Απογευματάκι στην νύφη του Θερμαϊκού. Δύο ζευγάρια από Αθήνα κάνουν την βόλτα τους στην παραλία και χάνουν το μυαλό τους καθώς βλέπουν ένα μοναδικό και πανέμορφο θέαμα. Στο βάθος του ορίζοντα ο ουρανός έχει βαφεί από μια παλέτα με πορφύρα, μοβ, κίτρινο, γαλάζιο, φούξια και μπλε ενώ ένας κοραλλένιος ήλιος βουτάει στο πέλαγο.
Μαγεία, μια μυσταγωγική λειτουργία που εκτελείται σε απόλυτη σιωπή με πλήρη αρμονία.
Επηρεασμένοι απ’ το φανταστικό σαν αλλόκοσμο θέαμα ανηφορίζουν την Αριστοτέλους και μπλέκονται στα στενάκια της Άθωνος ψάχνοντας κάπου να κάτσουν για ν’ απολαύσουν τα περιβόητα σαλονικιώτικα μεζεδάκια.
Ήρθαν καλά διαβασμένοι. Ξέρουν το μπουγιουρντί και γνωρίζουν ότι αν παραγγείλουν καλαμάκια θα μείνουν νηστικοί.
Κάθονται σ’ ένα ωραίο τραπέζι δίπλα σε κάτι κατεβασμένα πράσινα κιοπέγκια* φθαρμένα απ’ τον χρόνο, παλιοκαιρισμένα, φορτωμένα μ’ ένα κάρο ιστορίες. Αν είχαν στόμα να μιλήσουν πόσα θα είχαν να μας πουν.
Δίπλα τους κάθεται μια παρέα Θεσσαλονικείς. Το κατάλαβαν από τα –σε και –με: ρε, πλάκα με κάνεις; Μη με το λες; Θα με μάθεις κι εμένα να την κάνω πλάκα τη μάνα μου;
Η γενική πτώση καταργήθηκε; Μόνο αιτιατική χρησιμοποιούν εδώ πάνω;
Ένα χαμογελαστό παλικαράκι πλησιάζει για να πάρει την παραγγελία τους αφού προηγούνται.
Μία μύδια παντρεμένα.* Μία σαρδέλες γούνα* στον άνθρακα.* Βάλε και μια γαρίδες στην σουπιέρα* για μάκα μάκα.* Κι από αλοιφές* τι έχεις; Παιδιά, τι θα πιούμε; Φέρε μία φούστα μπλούζα Αρειανίδικη.* Τι φούστα μπλούζα, ρε; Φούιτ* έπαθες; Φέρε ένα καραφάκι γκράπα.* Α, βάλε και λίγα σαρμαδάκια ορφανά.* Και δύο μπουγιουρντί, με τυρί* και μπούκοβο το ένα και το άλλο γλυκό με τυρί, κασέρι, πιπεριά.*
Έως εδώ κρυφάκουσαν γιατί είπαν κι άλλα μα, ήταν τέτοια η απορία τους καθώς κοιταζόντουσαν μεταξύ τους που δεν μπόρεσαν να παρακολουθήσουν τα υπόλοιπα.
Τι λεξικό ν’ ανοίξεις και ποιον να πιάσεις να ρωτήσεις τι παρήγγειλαν οι από δίπλα;
Ο σερβιτόρος επιστρέφει αμέσως για να πάρει την δική τους παραγγελία.
Σαστισμένοι οι άνθρωποι τον ρωτούν αν ισχύει ο κατάλογος.
-Βεβαίως ισχύει, γιατί;
-Να, επειδή ακούσαμε τα παιδιά προηγουμένως και δεν καταλάβαμε τίποτα.
-Α, δεν είστε από ‘δω, ε; Μισό να σας συστήσω. Παιδιά, η παρέα εδώ είναι, από πού είστε* είπαμε; Από την Αθήνα. Και δεν κατάλαβαν τι παραγγείλατε. Θα τους εξηγήσετε εσείς γιατί έπεσε κόσμος και τρέχω;
-Ναι, αμέ! Ναι, γεια! Δέχτηκαν με έντονα γέλια χρησιμοποιώντας τα βεβαιωτικά και των δύο πόλεων.
Στράφηκαν προς το μέρος τους, μισογύρισαν τις καρέκλες τους και συστήθηκαν.
-Αρχικά, μην ακουμπάτε στα κιοπέγκια επειδή δεν ξέρεις από πού θα σε βρει η αραχνούλα και θα γίνεις σπάιντερμαν.
-Κιοπέγκια;
-Τα ρολά, τα στόρια ντε!
-Αααα, αναφώνισαν και τραβήχτηκαν προς τα έξω.
-Λοιπόν, τι παραγγείλαμε; Να σκεφτώ… Μύδια παντρεμένα. Είναι τα τηγανητά που πανάρονται δυο δυο, ζευγαράκι, γι΄αυτό τα λέμε παντρεμένα.
Σαρδέλες γούνα είναι οι καθαρισμένες κι ανοιγμένες στη μέση όπως ανοίγουν την γούνα όταν την τεντώνουν για να ξεραθεί.
-Κι ο άνθρακας πού κολλάει;
-Τα κάρβουνα ρε καρντάσι!
Εν τω μεταξύ ήρθαν και τα ποτά και άρχισαν τα «στην υγειά μας» και «βίβα».
-Γαρίδες στη σουπιέρα είναι οι γαρίδες σαγανάκι και μάκα μάκα οι βούτες που κάνουμε με το ψωμί.
-Αλοιφές είναι οι σαλάτες που είναι σε κρέμα όπως η χτυπητή, το τζατζίκι, η ρώσικη.
-Ε, όχι. Καλά ως εδώ αλλά αλοιφές βρε παιδιά λέμε τα φάρμακα…
-Και η κρέμα φάρμακο είναι αλλά την τρως κιόλας!
-Με αποστώμοσες!
-Φούστα μπλούζα αρειανίδικη είναι η ρετσίνα και η κόλα γιατί πάνε μαζί, ασορτί.
-Φούιτ λέμε όταν παθαίνεις λάστιχο. Προέρχεται από το γαλλικό fuite που σημαίνει διαρροή. Πιο σωστό από το «έπαθα λάστιχο» που λέτε εσείς, σαν να λέτε «έπαθα Μενεγάκη».
-Και η γκράπα που παραγγείλατε; Η ιταλική;
-Όχι ρε φίλε, γκράπα είναι εδώ, ντόπια μακεδονίτικη, ελλαδάρα. Είναι τσίπουρο χωρίς γλυκάνισο. Το καλύτερο πράμα. Δοκίμασε να δεις και να με πεις…
-Σαρμαδάκια ορφανά, είναι τα χωρίς κιμά, τα γιαλαντζί, αλλά γιατί να το λέμε τούρκικα;
-Μπουγιουρντί με τυρί, δηλαδή με φέτα. Άκου με τι θα σε πω: τυρί λέμε την φέτα και από κίτρινα τυριά πιο πολύ τρώμε το κασέρι. Όλα τα άλλα τα λέμε με το όνομά τους. Επειδή σεβόμαστε τους κανόνες της φιλοξενίας και φημιζόμαστε γι’αυτό, έχουμε και τον Ξένιο Δία δυο βήματα από ‘δω, στο Δίον, στην Κατερίνη, γι’ αυτό θα σε πω την αλήθεια. Σ’ αυτό έχετε δίκιο εσείς, εμείς το λέμε λάθος. Αλλά τι να κάνουμε; Φτωχομάνα βλέπεις και ο πολύς ο κόσμος από παλιά αυτά τα δυο είδη που παρήγαγε η περιοχή αυτά έτρωγε, γι’ αυτό κι έμεινε να τα λέμε έτσι.
-Άντε, γεια μας! Γεια μας και να πεθάνει ο χάρος!
-Δεν ενώνουμε και τα τραπέζια να είμαστε πιο άνετα;
-Ναι, για να μας πείτε κι άλλα. Ωραία τα λέτε.
-Ξέρετε ότι εμείς τις λεύκες, τα δέντρα ντε, εμείς τα λέμε καβάκια;
Κι έτσι η γνωριμία έγινε παρέα, η διασκέδαση γλέντι και δημιουργήθηκαν φιλίες που κρατούν χρόνια!
*Είστε αντί του είσαστε, τραγουδούσαμε και όχι τραγουδάγαμε, κ.ο.κ. τι να κάνουμε; Λόγω ψύχους κόβουμε ότι μπορούμε.
Είστε – είσαστε πλέον είναι και τα δυο σωστά ενώ παλιότερα ίσχυε μόνο το πρώτο.
Τα τραγουδάγαμε, μιλάγαμε, γλεντάγαμε κλπ είναι τοπικοί ιδιωματισμοί, γραμματικά λάθος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου