Για κάθε τέλος υπάρχει και μια νέα αρχή. Το τέλος του καλοκαιριού σημαίνει τα πρώτα βήματα του χειμώνα και για τα παιδιά, την αρχή μιας νέας σχολικής χρονιάς. Η επιστροφή από τις διακοπές είναι μια χρονοβόρα διαδικασία η οποία συνήθως ξεκινάει από το μποτιλιάρισμα στους δρόμους της επιστροφής. Για να διανύσεις με το αυτοκίνητο μια απόσταση τριών χιλιομέτρων μπορεί να χρειαστείς και μισή ώρα και για να διανύσεις περίπου εβδομήντα χιλιόμετρα χρειάζεσαι περίπου, ε, μπορείτε να κάνετε τα μαθηματικά μόνοι σας… Φυσικά αυτές τις βάναυσες ώρες, σταμάτα - ξεκίνα, υπάρχουν παιχνίδια να παίξει κανείς. Παιχνίδια αυτοκινήτου όπως να λες ονόματα από τα αρχικά των πινακίδων των γύρω σου οχημάτων, να κατονομάζεις την προέλευσή τους σύμφωνα με τ' αρχικά τους ή να προσθέτεις τους αριθμούς τους. Να φαντάζεσαι τα πιο τρελά σχήματα στα σύννεφα και να τα υποδεικνύεις στους συνεπιβάτες σου ή απλά να παρατηρείς γεμάτος βαρεμάρα τις τρείς ή τέσσερις λωρίδες γεμάτες με κόκκινα φωτάκια αμαξιών και τις ταμπέλες στο δρόμο μπροστά που σιγά σιγά προσπερνάς. Τρείς ή τέσσερις λωρίδες που καταλήγουν αρτηριακά στην καρδία της πόλης μέχρι να την διαπεράσουν και να ξανά ενωθούν σαν μια κοινή γραμμή που οδηγεί μακριά και ακόμα μακρύτερα. Και ανάμεσα σ’ αυτό το χρονικό κενό της παρ’ ολίγον ακινησίας του αυτοκινήτου , το τοπίο τριγύρω αλλάζει. Η λιγοστή βλάστηση δίνει την θέση της σε φανάρια και διασταυρώσεις, τα λιβάδια που λίγη ώρα πριν άστραφταν κάτω απ’ το άρμα του ήλιου που ταξίδευε δυτικά, μετατρέπονται σε βιομηχανικές περιοχές που υποδέχονται το σκοτάδι ενώ την θάλασσα πλέον κρύβουν ψηλές οικοδομές. Τέλος και αρχή. Το τέλος της ανεμελιάς, των μπάνιων και των παγωτών. Η αρχή του γυρισμού στην καθημερινότητα του χειμώνα, της νέας σχολικής χρονιάς και των νέων αρχών. Μπαίνοντας στην πόλη, εκεί που όλα μοιάζουν να έχουν τελειώσει, ξεκινά ένας νέος αγώνας. Ένας αγώνας ατελείωτης βόλτας γύρω γύρω και πάνω κάτω στα στενά της γειτονιάς. Ο αγώνας του παρκαρίσματος. Διότι θα πρέπει να σταθεί κάποιος πολύ τυχερός, σχεδόν σπάνια κατάσταση, για να βρει αξιόλογο πάρκινγκ κοντά στο σπίτι που κατοικεί. Και ας υποθέσουμε πως βρίσκεται σ' αυτή την σπάνια κατάσταση, τα βάσανά του δεν τελειώνουν εκεί. Πρέπει να μεταφερθούν τα πράγματα, τα μπαγάζια… Τσάντες, βαλίτσες, σακούλες και τα πεσκέσια! Το πρώτο βήμα στην είσοδο του σπιτιού σημαίνει την λύτρωση. Σωματική και ψυχική αφού το σπίτι είναι η έδρα και το καταφύγιο. Το μέρος που νοιώθει κάποιος οικεία και άνετα, τόσο μα τόσο άνετα που μετά από τέτοιο ατελείωτο ταξίδι θα έπαιρνε έναν υπνάκο… Απ΄ τις πρώτες ενέργειες μετά από αυτό τον βαθύ ύπνο είναι η επικοινωνία με φίλους και παλιούς συμμαθητές και η ενημέρωση για την άφιξη στην πόλη. Συνομιλίες γεμάτες καλοκαιρινές αναμνήσεις και μηνύματα με ευχές για την νέα σχολική χρονιά. Με τις συνομιλίες και τα μηνύματα ξεκινούν και οι πρώτες συναντήσεις στην γειτονιά. Σε κάποιο γειτονικό πάρκο με σιντριβάνι ή κούνιες, ή κάποιο υπαίθριο γήπεδο με κερκίδες για να κάτσεις , στην πλατεία με το άγαλμα ή στον πεζόδρομο που είναι γεμάτος καθίσματα από καφέ και ταχυφαγεία ή σε κάποιο πολυσύχναστο -δημοφιλή στους έφηβους- καφέ ή ίντερνετ καφέ με πάντα ελεύθερους υπολογιστές και με μεγάλο και άνετο πεζοδρόμιο εμπρός του.
Ανάμεσα στις παρέες ακούγονται ιστορίες από καλοκαιρινές μέρες, που ο ήλιος έκαιγε τα σώματά τους και ο ιδρώτας αυλάκωνε τα πρόσωπά τους, που έψαχναν για χαμένους θησαυρούς σε πλαγιές βουνών ή βράχια θαλασσών. Καλοκαιρινές αναμνήσεις από πρόσωπα που γνώρισαν, από άτομα που τους επηρέασαν, που συμπάθησαν είτε αντιπάθησαν. Και σαν ψίθυροι ακούγονται τα όνειρα για την νέα σχολική χρονιά και η ανυπομονησία για το καινούργιο, το άγνωστο. Όνειρα για πρόοδο και αναγνώριση. Όνειρα για μάθηση και δίψα για νέα γνώση, νέες γνωριμίες, νέους δασκάλους. Δίψα για αλληλεπίδραση. Κι όσο ονειρεύεσαι, η τελική ώρα φτάνει πιο γρήγορα. Την παραμονή της πρώτης μέρας στο σχολείο πρέπει να καθαριστείς και να ξεκουραστείς καλά. Να έχεις ήδη διαλέξει ρούχα και παπούτσια ίσως και αξεσουάρ. Να προετοιμαστείς για τα πάντα και με αυτό εννοείται να παίξεις σαν κασέτα στο κεφάλι σου τη χειρότερη ατυχία που μπορεί να σου συμβεί και τρόπους για να αποφευχθεί.
Ακολουθεί το πρωινό ξύπνημα, μια συνήθεια που σχεδόν κάθε παιδί και μετέπειτα έφηβος σιχαίνεται και νομίζει πως θα απαλλαχθεί από αυτή μόλις ενηλικιωθεί. Το πρωινό ξύπνημα είναι κάτι που κανείς δεν αποδέχεται, που λίγοι συνηθίζουν γρήγορα και ακόμα λιγότεροι αυτοί που τους αρέσει. Αλλά την πρώτη μέρα της νέας σχολικής χρονιάς το πρωινό ξύπνημα αλλάζει, αν έχεις κοιμηθεί καθόλου όλη τη νύχτα. Εκείνη τη μέρα, από το πρώτο φως του ήλιου, πλανάται στον αέρα μια ένταση σχεδόν ηλεκτρικά φορτισμένη και ξεκινά μια μικρή παρέλαση όπου τη θέση της μπάντας παίρνουν τα ξυπνητήρια και τα παρακάλια για να σηκωθείς. Μια μικρή τελετουργία για μια μεγάλη ημέρα. Να πλύνεις το πρόσωπο και τα δόντια, να φορέσεις όμορφα καινούργια ρούχα που ισορροπούν ανάμεσα στο ξεθώριασμα του καλοκαιριού και την γέννηση του χειμώνα. Να κοιτάξεις στον καθρέφτη το είδωλό σου στα μάτια και να πεις με αυτοπεποίθηση "θα τα καταφέρεις κι αυτή την χρονιά". Στην κουζίνα περιμένει ένα πλούσιο πρωινό φτιαγμένο με κύρια συστατικά την αγάπη, την φροντίδα, την συνεχή ανησυχία και μια πρέζα νοσταλγίας για τα κάποτε σχολικά χρόνια. Το ρολόι δείχνει οκτώ παρά τέταρτο, ώρα να ξεκινήσεις. Βγαίνεις στην πρωινή δροσιά και στον άλλοτε ζεστό ήλιο και αντικρίζεις γύρω σου κι άλλους όμοιούς σου. Με τσάντες, ντυμένοι καλά, άλλοι σε συντροφιές κι άλλοι μόνοι τους. Ακούς τις φωνές και τα γέλια τους. Διακρίνεις πώς αντανακλούν οι αχτίδες φωτός αυτού του άρρωστου ήλιου στο πρόσωπο τους. Και κάπως έτσι ,παρατηρώντας γύρω σου τον υπόλοιπο κόσμο που κινείται μαζί σου έχεις περπατήσει ήδη τα δύο τετράγωνα που φτάνουν στον κεντρικό δρόμο. Απέναντι, έχεις άλλο τόσο δρόμο για να βρεθείς στον προορισμό σου. Στο φανάρι όλο και κάποιον γνωστό θα συναντήσεις, από το προηγούμενο σχολείο ή και από τη γειτονιά, όταν κατέβαινες τα απογεύματα να παίξεις μετά από το διάβασμα. Ίσως με αυτόν τον γνωστό ο στόχος να είναι ο ίδιος και η διαδρομή να γίνει πιο ελαφριά με λίγη παρέα. Και επιτέλους φτάνεις, μπροστά σου βρίσκεται ένα επιβλητικό κτίριο σε σχήμα κεφαλαίου γάμα. Εκεί ακριβώς στην είσοδο της καγκελόπορτας έχεις δέκα δευτερόλεπτα να εγκλιματιστείς, να προσέξεις το κτίριο, το προαύλιο, τις βρύσες, τα γηπεδάκια, το πώς σχηματίζονται οι παρέες. Όλη αυτή η επεξεργασία είναι υπερβολικά πολλή για έναν εγκέφαλο που ξύπνησε πριν μισή ώρα και δεν γνωρίζει ακόμα την γεύση του καφέ. Στα πρώτα δειλά βήματα ο γνωστός θα χαιρετήσει γνωστό και οι πρώτες επαφές δημιουργούνται με χειραψίες και χαμόγελα.
Έπειτα, χτυπάει το κουδούνι για την προσέλευση των μαθητών στον χώρο μπροστά από την κύρια είσοδο του κτιρίου ώστε να ξεκινήσει και επίσημα η νέα σχολική χρονιά. Συνήθως, στην χώρα όπου κατοικούν οι μαθητές μας και έχει χτιστεί το σχολείο μας, γίνεται ένας αγιασμός την πρώτη μέρα, όπου ένας ιερέας του πρωτοκαθεδρικού θρησκεύματος ευλογεί τους μαθητές για την έναρξη της μαθητείας. Η τελετή είναι πάντα λιτή, ο ιερέας ενώ ταυτόχρονα ψέλνει, βουτάει ένα ματσάκι βασιλικό, που συμβολίζει την γνώση, σε ένα μπολ με αγιασμένο νερό, που συμβολίζει προφανώς την ευλογία, και πιτσιλάει το νερό μέσω του βασιλικού στα κεφάλια των παιδιών. Αυτό το παράξενο έθιμο, ευτυχώς, δεν διαρκεί παραπάνω από ένα δεκάλεπτο. Στην συνέχεια, το μικρόφωνο παίρνει ο διευθυντής ή η διευθύντρια. Στο σχολείο μας, σε αυτή τη θέση βρίσκεται γυναίκα, οπότε, η διευθύντρια. Πολύ σημαντικό στις μέρες μας να υπάρχουν δυναμικές γυναίκες που να μπορούν να φέρουν εις πέρας το δύσκολο έργο της διδασκαλίας και της γαλούχησης στην πειθαρχία. Αυτοί οι άνθρωποι από την πρώτη μέρα ακόμα θέλουν να μεταλαμπαδεύσουν γνώση, να πιάσουν το μικρόφωνο και να αρχίσουν ατελείωτα λογίδρια με μπόλικους φαμφαρισμούς για το πόσο καλή δουλειά έχουν κάνει και για το πόσο ευχαριστημένοι είναι από τον εαυτό τους και την απόδοσή τους. Να διδάξουν πόσο σημαντική είναι η παρουσία σου στο σχολείο και πώς η μάθηση είναι υπεράνω όλων και πως κυρίως και πιο βασικό από όλα τ' άλλα -ακόμα και της μάθησης- είναι πως αυτοί έχουν το επάνω χέρι και πως αυτή είναι η έδρα τους οπότε θα παίξουν όπως θέλουν. Εν ολίγοις ότι τώρα είσαι σε ξένα χωράφια όπως θα έλεγε και κάποιος πιο παλιός. Και όλο αυτό το κάνουν εντελώς ξεκάθαρο με έναν μακροσκελή και στομφώδη λόγο. Στο τέλος του μονόλογου, η διευθύντρια επιτρέπει στα παιδιά να περάσουν στο κτίριο και να κατευθυνθούν από τους καθηγητές τους στις τάξεις όπου και θα παραλάβουν τα νέα τους σχολικά βιβλία. Γέλια, τρεχάλες και φωνές γεμίζουν το κτίριο που όσο επιβλητικό είναι από έξω τόσο οικείο είναι μέσα, με μια μεγάλη σκάλα με μαρμάρινα σκαλοπάτια και σιδερένια ανθρακί κάγκελα ακριβώς απέναντι από την είσοδο που οδηγεί στους επάνω ορόφους και δεξιά ένας τρίγωνος άσχημος σκούρος πράσινος όγκος που στεγάζει τα γραφεία καθηγητών και της διευθύντριας ενώ πίσω τους εκτείνεται ένας τεράστιος διάδρομος με μωσαϊκό και τέσσερις στενές αίθουσες, δύο από κάθε μεριά. Αυτός ο διάδρομος στο τέλος του οδηγεί σε μια ακόμα σκάλα που όπως και η μεγάλη, οδηγεί επάνω αλλά είναι πιο στενή και με όψη βαριά που μοιάζει να κρύβει πολλά μυστικά του παρελθόντος. Κάτω από αυτή την σκάλα βρίσκεται μια δεύτερη έξοδος του κτιρίου, μια διπλή σιδερένια πόρτα που άνοιγε σπάνια. Η διανομή των βιβλίων γίνεται σχετικά γρήγορα, για τα δεδομένα του σχολείου μας. Το να έχεις τελειώσει σε μιάμιση ώρα είναι επίτευγμα, καθώς το σχολείο μας φιλοξενεί διακόσα σαράντα άτομα, από οκτώ βασικά βιβλία ο καθένας, χίλια οκτακόσια σαράντα βιβλία! Βγαίνεις από την "μυστική" σκάλα με δύο τρία παιδιά ακόμα που γνωρίζεις ή μόλις γνώρισες γιατί είστε στην ίδια τάξη, περνάτε τον διάδρομο και βγαίνετε πάλι στο προαύλιο, που το φως του ήλιου τώρα είναι πιο ζεστό και έντονο. Με αυτούς τους ανθρώπους που βγήκες από το κτίριο αρχίζεις να μιλάς περισσότερο και σιγά σιγά να ανοίγεσαι, επιτρέπεις να σε γνωρίσουν και σε άλλους συμμαθητές -πλέον- που γνωρίζουν αυτοί. Αφήνεσαι για κανένα πεντάλεπτο να μυρίζεις και να μυρίζεσαι σαν σκύλος από άλλους συν-σκύλους και με κάποιους βρίσκεις κοινές μυρωδιές. Με όλη την παιδική σου ανεμελιά, δεν χάνεις ευκαιρία, ανταλλάζεις τηλέφωνα.
Ο γυρισμός στο σπίτι είναι πιο συναρπαστικός και ενθουσιώδης σε σχέση με την πρωινή πορεία στο στόχο. Τα δέντρα φαίνονται πιο πράσινα και σαν να λαμπυρίζουν περισσότερο και οι άνθρωποι που προσπερνάς νομίζεις πως κουβαλούν την ίδια χαρά με σένα. Ένας στόχος που επιτεύχθηκε. Ο γυρισμός είναι πιο ενθουσιώδης γιατί έχεις βιβλία να ανοίξεις, να προγραμματίσεις τα εξτρά ψώνια που χρειάζεσαι και κυρίως να ζητήσεις την άδεια των κηδεμόνων σου για να κάνεις όλα αυτά τα ψώνια και ταυτόχρονα μια παραπάνω βόλτα με όλους αυτούς τους νέους συμμαθητές που γνώρισες. Κάποιοι συμφωνούν, κάποιοι όχι αλλά σ' ένα τσούρμο δέκα παιδιών, οι περισσότεροι είπαν ναι εκτός από κάποιους που είπαν όχι αλλά μόνο στην βόλτα. Δέκα παιδιά ξεκίνησαν νωρίς το απόγευμα να πάνε για αγορές σχολικών ειδών. Το πρώτο βιβλιοπωλείο ήταν ήδη γεμάτο από παιδιά όλων των ηλικιών, άντρες και γυναίκες με πορτοφόλι στο ένα χέρι και πολύχρωμες πλαστικές και χάρτινες σακούλες από διαφορετικά μαγαζιά στο άλλο, υπάλληλοι να τρέχουν να γεμίσουν ράφια με μπλε τετράδια και ταμίες να ζητάνε μανιωδώς ψιλά. Αλλά αν προσπερνούσες αυτόν τον πανικό, ταξίδευες σε ένα κόσμο από χρωματιστά στυλό, πένες καλλιγραφίας, μελάνια μπλε και κόκκινα, μαρκαδόρους λεπτούς, χοντρούς, για όλα τα γούστα. Σπιράλ τετράδια με σχέδια από φοίνικες που αναγεννιούνται από την τέφρα τους ή δράκους που ξερνούν φωτιές, των έξι και εφτά θεμάτων. Ντοσιέ και φάκελους διάφανους αλλά και χάρτινους και άπειρο ρολό "ντυσίματος" βιβλίων. Και είναι κι εκείνη η μυρωδιά φρέσκου χαρτιού. Σε έναν κόσμο που οι αγέλες αρχίζουν και ξεχωρίζουν τους άλφα από τους βήτα και τους γάμα. Και δυστυχώς είναι τόσο ωμό, όσο διαβάζεται, αφού αυτή είναι η ανθρώπινη φύση. Τα μέλη της αγέλης έχουν διαλέξει τα ψώνια τους και κατευθύνονται στον πανικό που προσπεράσανε για να φτάσουν στο ταμείο που πολύ σωστά θα σκεφτούν να αφήσουν ψιλά. Τα ψώνια συνεχίζονται κυρίως για το χάζι σε κάνα δύο μαγαζιά ακόμα, με λιγότερο πανικό και από τους δέκα "σκύλους" έμειναν, ας πούμε έξι για να συνεχίσουν και στην βόλτα. Ξεκίνησαν παραδίδοντας στα σκαλιά των σπιτιών τους, τους υπόλοιπους λιγότερο τυχερούς που δεν θα συνέχιζαν αρχίζοντας μάλιστα από αυτόν που μένει πιο μακριά. Όσο περισσότερο χρόνο περνάει μαζί η αγέλη τόσο περισσότερο δένεται. Παραδίδοντας ένα ένα τα μέλη της αγέλης περπατάς στη γειτονιά σε γνώριμα μέρη, κατεβαίνεις ή ανεβαίνεις τρία στενά ή πας τέσσερα στενά πιο δεξιά ή πιο αριστερά και περπατάς σε οδούς της γειτονιάς σου που ακόμα δεν είχες πατήσει το πόδι σου. Η κουβέντα σε ξεγελάει και ο χρόνος με τους νέους γνώριμους κυλάει γρήγορα και ευχάριστα. Με κάποιους ταιριάζεις περισσότερο με κάποιους λιγότερο αλλά όλοι εκπέμπετε στην ίδια συχνότητα.
Οι πρώτες σχολικές μέρες περνάνε σαν νερό, που τρέχει στην κοίτη κάποιου άγριου ποταμού γοργά για να εκβάλλει σε κάποια μεγάλη θάλασσα. Καθηγητές και μαθητές ακόμα συνηθίζουν το γκρι στον ουρανό, τη μυρωδιά των βιβλίων, τον ήχο από το σύρσιμο των παπουτσιών στους διαδρόμους. Βρίσκονται ακόμα στο γλυκό απομεινάρι του λήθαργου του καλοκαιριού πριν ξεψυχήσει και η τελευταία καταχωρημένη ανάμνηση παγωτού και ηλιοθεραπείας. Όλοι νωθροί και βαριεστημένοι, μια σχολική μονάδα απαρτισμένη από ζόμπι καλοκαιρινής απεξάρτησης. Όσο η κατάσταση είναι έτσι - ενδιάμεση, έτσι είναι και η κατάσταση στην τάξη. Κάτι σε μισό μάθημα και μισό χαβαλέ. Οι συμμαθητές αρχίζουν να γνωρίζονται και σχηματίζουν εσωτερικά αστεία και συνθήματα τμημάτων.
Πάνω στην πλάκα φαίνεται ο χαρακτήρας του ανθρώπου, αν θίγεται, αν προσβάλλεται, αν έχει χιούμορ, αν θέλει να εκδικηθεί πάντα στα όρια της πλάκας - ή και όχι… Τα μαθήματα συνήθως αυτές τις πρώτες μέρες κρατάνε λιγότερο, κάτι που δίνει την ευκαιρία στα παιδιά να κοινωνικοποιηθούν και εκτός του πλαισίου του σπιτιού και της οικογένειας. Μετά το πέρας των σχολικών ωρών ξεκινάν οι τσάρκες στα μαγαζιά, οι παρακάμψεις από σπίτι σε σπίτι φίλων για την ασφάλεια τους, πάνω απ' όλα. Χωρίς να έχει περάσει μέρα από πάνω σου, έχει περάσει ήδη ένας ολόκληρος σχολικός μήνας. Ήδη, σε αυτόν τον μήνα έχεις ενταχθεί σ' ένα κοινωνικό σύνολο και σε μια "αγέλη" που από εδώ και πέρα θα είναι παρέα σου, την οποία θα υπερασπίζεσαι και θα προστατεύεις για τα υπόλοιπα γυμνασιακά σου χρόνια όπως ακριβώς περιμένεις να κάνει και αυτή.
Η μετάβαση από παιδί σε έφηβος - όπως είπαμε ήδη - δεν είναι καθόλου ευχάριστη διαδικασία από μόνη της, πόσο μάλλον αν προσθέσουμε και τις δυσκολίες που μπορούν να προέλθουν από τις προστριβές στον κοινωνικό περίγυρο. Για να μην τα λέμε και τόσο επιστημονικά όμως θα φέρουμε την θεωρία στην πράξη. Το κοινωνικό περιβάλλον ενός - οποιουδήποτε, οπουδήποτε - γυμνασίου είναι μια ανθρώπινη προσομοίωση της ζούγκλας. Δηλαδή το μεγάλο ζώο - μυϊκά και όχι πνευματικά απαραίτητα - τρώει το μικρό. Μεγάλο ζώο θεωρείται ο πιο παλιός μαθητής καθώς έχει εξοικειωθεί με το περιβάλλον, ο μαθητής με την περισσότερη αθλητική δραστηριότητα γιατί η άθληση είναι ζωτικής σημασίας ειδικά όταν μπορείς λόγω νεότητας να σπαταλήσεις αρκετή ενέργεια σε αυτή, ο μαθητής με τους καλούς βαθμούς σε όλα τα μαθήματα αλλά που ταυτόχρονα δεν υστερεί σε κοινωνικές δράσεις και τέλος ο μαθητής που έχει "ξεφύγει", αυτός που οι πράξεις του είναι πιο ενήλικες ή και παράνομες. Προφανώς αυτό ακούγεται αρκετά βάναυσο και μαρτυρικό για τα μικρά ζώα αλλά δυστυχώς τα ανθρώπινα ένστικτα δεν απέχουν πολύ από αυτά του ζωικού βασιλείου, η ανάγκη για επιβίωση και για επιβεβαίωση ποτέ δεν εξαλείφεται και όσο πιο νέος είναι ό άνθρωπος τόσο πιο διαφανή είναι στον χαρακτήρα του.
Στην ζούγκλα του γυμνασίου λοιπόν, τα μεγάλα ζώα θέτουν τους όρους τους και διαχωρίζουν τα μικρά, τους νέους μαθητές σε δύο κατηγορίες. Στους περιζήτητους, που όπως λέει και η λέξη είναι τα άτομα και οι νέες παρέες που φαίνονται πως μπορούν να διακριθούν και να είναι ευπρόσδεκτοι από άλλα κοινωνικά σύνολα και στους περιθωριακούς, σε αυτούς που πάλι όπως λέει η λέξη, ζούνε και δρουν στο περιθώριο της κοινωνίας, τους απόβλητους, τους ξεπεσμένους. Ο διαχωρισμός γίνεται βάσει του στυλ που έχει επιλέξει να υιοθετήσει το κάθε άτομο-μαθητής και της εξωτερικής του εμφάνισης, των εξωσχολικών του χόμπι, την οικογένεια από την οποία προέρχεται και τέλος, από την παρέα που διάλεξε να δημιουργήσει στην αρχή του έτους. Βέβαια, αυτός ο διαχωρισμός είναι άδικος γιατί δεν μπορείς να κρίνεις ένα άτομο επιδερμικά, επιφανειακά. Με λίγα λόγια, δεν μπορείς να κρίνεις ένα βιβλίο από το εξώφυλλό του. Τα παιδιά όμως, είναι σκληρά επειδή όλα αυτά τους είναι άγνωστα όπως και στα ζώα. Όχι όμως λόγω έλλειψης λογικής αλλά λόγω έλλειψης εμπειρίας. Έτσι ακριβώς το γυμνάσιο είναι μια προσωμοίωση ζούγκλας. Στη ζούγκλα βέβαια, ο θηρευτής δεν ενδιαφέρεται για την ψυχική κατάσταση του θηράματός του ενώ στο γυμνάσιο, ακόμη χειρότερα, ο θηρευτής παίζει με τον ψυχισμό του θηράματος μέχρι να το αποτελειώσει. Αυτή λοιπόν, η ατελείωτη καζούρα μπορεί να αποβεί μοιραία για κάποια περισσότερο ευαίσθητα άτομα. Εκτός του ότι μπορεί να χάσουν την εμπιστοσύνη και την αυτοπεποίθηση που έχουν στον εαυτό τους, μπορεί επίσης, να στιγματιστούν για μια ολόκληρη ζωή, με αποτέλεσμα, να δημιουργηθούν μέσα τους τεράστια κενά που με τα χρόνια δεν θα μπορέσουν να καλύψουν.
Το σχολικό έτος 1968-69 ένα τέτοιο παιδί, μικρό ζώο ας το πούμε, μετά από πολλές πλάκες που γινόταν κατά σειρά σε βάρος του, αφού είχε απομονωθεί εντελώς και μόνη του έννοια ήταν να περάσει όσο πιο ανώδυνα την μέρα και να μην ποδοπατηθεί στο κυλικείο ή να μην βρεθεί κανένας μεγαλύτερος μαθητής με την παρέα του και τον κλειδώσει σε καμιά ντουλάπα ή να τον βάλει να πιει νερό από την τουαλέτα, πράγματα σχεδόν συνηθισμένα, όπως θυμάται και το γυμνάσιο μας, άλλωστε. Μια μέρα έπειτα από έναν καυγά, είδε πίσω από την αλάνα που ήταν κλεισμένη με φράχτη στο χώρο του σχολείου του, να αχνοφαίνεται κάτι…. Εκεί, ανάμεσα στις δύο μονοκατοικίες ορκιζόταν πως υπήρχε κάτι…. Ή μήπως ήταν αποκύημα της φαντασίας του για να ξεφύγει από την σκληρή κι επώδυνη πραγματικότητα του; Την επόμενη μέρα, πάλι κάτι είδε αλλά δεν μπορούσε να πει τι ήταν ακριβώς γιατί μόλις πήγε να το πλησιάσει, αυτό εξαφανίστηκε μέσα σε μια αναλαμπή φωτός που άφησε πίσω του, κάτι σαν αστερόσκονη. Την τρίτη μέρα ήταν εκεί, το έβλεπε καθαρά, ήταν ένα... περίπτερο. Περίεργο περίπτερο, με μια ακόμα πιο περίεργη ριγωτή τρικολόρε τέντα με λευκό κόκκινο και πράσινο, έναν περίεργο κορμό που έγερνε λίγο, αλλά δεν καταλάβαινες προς τα πού, επειδή φαινόταν να γυρίζει συνέχεια γύρω από τη βάση του σαν μια αργή σβούρα, περιστοιχισμένο από έναν παράξενο πάγκο, γεμάτο με ζαχαρωτά, καραμέλες, γλειφιτζούρια και παιχνιδάκια αλλιώτικα. Μα το πιο περίεργο είναι πως δεν διέκρινε πουθενά πόρτα. Το γυμνάσιο γέλασε, επιτέλους το βλέπει πάλι κάποιος!